Ένας καθηγητής πανεπιστημίου, βοτανολόγος, ερευνούσε σε ένα χωριό τη φύση.
Ξάφνου πιάνει μια τρομακτική καταιγίδα και μουσκεμένος όπως είναι χτυπάει την πρώτη πόρτα που βλέπει.
Του ανοίγει μια όμορφη κυρία,της οποίας ο άντρας έλειπε μετανάστης χρόνια.
Τον βάζει μεσα, τον περιποιείται, του δίνει στεγνά ρούχα και του βάζει να φάει.
Αφού φάγανε, τον οδήγησε στο δωμάτιο του και τον ρώτησε αν χρειάζεται κάτι άλλο…
– Όχι εμείς οι πανεπιστημιακοί είμαστε ολιγαρκείς, έχουμε τα βιβλία μας, τις σημειώσεις μας…
– Καλώς, απάντησε και έφυγε.
Μετά μια ώρα και αφού σκεφτόταν ότι μετά από τόσα χρόνια ένας άνδρας ήταν και πάλι στο σπίτι της, φοράει ένα s3xy νυχτικό και πάει να ρωτήσει αν θέλει κάτι…
– Όχι εμείς οι πανεπιστημιακοί είμαστε ολιγαρκείς, έχουμε τα βιβλία μας, τις σημειώσεις μας…
– Καλώς, απάντησε και έφυγε.
Το ίδιο σκηνικό άλλες δυο φορές, αλλά μάταια.
Το άλλο πρωί, καθώς έτρωγαν πρωινό στην αυλή με τα αρνάκια, τα κατσικάκια και τα λοιπά ζώα του σπιτιού, ο καθηγητής παρατηρεί ότι υπάρχουν μόνο 3 κότες και 10 κοκκόρια.
Περίεργος ρωτάει γιατί οι κόκκορες είναι περισσότεροι από τις κότες και όχι το αντίθετο.
Και η κυρία του απαντάει:
– Α, μην τους βλέπετε έτσι. Ο ένας πηδάει! Οι άλλοι είναι πανεπιστημιακοί….
Μη χασετε ••► Τα 10 Καλύτερα ανέκδοτα