Βγαίνει κάποιος από έναν οίκο ανοχής και τον βλέπει ένα πιτσιρίκι το οποίο αρχίζει να φωνάζει:
– Είδα από πού βγήκες, είδα από πού βγήκες!
Ο άνθρωπος το παρακαλάει:
– Σε παρακαλώ αγόρι μου, πήγαινε στο σπίτι σου κι άσε με ήσυχο.
– Σε παρακαλώ αγόρι μου, πήγαινε στο σπίτι σου κι άσε με ήσυχο.
Το πιτσιρίκι τον ακολουθεί μέχρι το σπίτι του και του φωνάζει:
– Ξέρω και που μένεις, Ξέρω και που μένεις!
– Σε παρακαλώ αγόρι μου, λέει ο άνθρωπος και μπαίνει σπίτι του.
– Ξέρω και που μένεις, Ξέρω και που μένεις!
– Σε παρακαλώ αγόρι μου, λέει ο άνθρωπος και μπαίνει σπίτι του.
Το αγοράκι πηγαίνει σπίτι του ξαναμμένο και η μητέρα του που κατάλαβε ότι κάτι τρέχει, το ρωτά τι αταξία έκανε και είναι έτσι. Το παιδί της περιγράφει τι έγινε και η μητέρα του, του λέει:
– Αγόρι μου, αυτό που έκανες είναι αμαρτία, να πάς να εξομολογηθείς.
– Αγόρι μου, αυτό που έκανες είναι αμαρτία, να πάς να εξομολογηθείς.
Το αγόρι πάει στην εκκλησία και μόλις μπαίνει μέσα, αρχίζει να φωνάζει:
– Ξέρω και που δουλεύεις, ξέρω και που δουλεύεις!!!
– Ξέρω και που δουλεύεις, ξέρω και που δουλεύεις!!!