Ο σύζυγος επιστρέφει ξημερώματα στο σπίτι μεθυσμένος με τα παπούτσια στο χέρι και περπατάει στις μύτες των ποδιών του.
Η γυναίκα του όμως είναι ξύπνια:
– Βρε καλώς τον σούπερμαν! του λέει. Που ήσουν;
– Να με τα παιδιά από τη δουλειά είπαμε να πάμε για φαγητό.
– Μάλιστα κύριε σούπερμαν. Και μετά; – Ε.. μετά είπαμε να πάμε για ένα ποτό.
– Α έτσι; Και δε μου λες βρε σούπερμαν; και τόσες ώρες με ένα ποτό πως πέρασαν;
-‘Ηπιαμε κάνα δυο, και μετά πήγαμε σε άλλο μαγαζί..
– Τι μου λες βρε σούπερμαν; και σε άλλο μαγαζί;
– Ναι και μετά.. Μα για στάσου βρε γυναίκα γιατί με φωνάζεις σούπερμαν;
– Γιατί μόνο ο σούπερμαν φοράει το βρακί του πάνω από το παντελόνι του…