Η τσατσά άνοιξε την πόρτα του οίκου ανοχής και αντίκρισε ένα ηλικιωμένο Εβραίο.
Τα ρούχα του ήταν ατημέλητα και φαινόταν πεινασμένος και ταλαιπωρημένος.
«Μπορώ να σας βοηθήσω;» ρώτησε η τσατσά.
«Θέλω την Νατάσσα» αποκρίθηκε το χουφταλάκι.
«Καλέ μου κύριε, η Νατάσσα είναι το πιο ακριβό μας κορίτσι, να προτείνω κάποια άλλη;»
«Όχι πρέπει οπωσδήποτε να συναντηθώ με την Νατάσσα»
Τη στιγμή εκείνη εμφανίστηκε η Νατάσσα και του ανακοίνωσε ότι χρεώνει 1000 ευρώ την βίζιτα.
Χωρίς δεύτερη σκέψη, ο γέρος έβγαλε από την τσέπη του δέκα κολλαριστά χαρτονομίσματα των 100 ευρώ.
Πήγαν λοιπόν στο δωμάτιο για μια ώρα, και στη συνέχεια ο μπάρμπας αποχώρησε ήρεμα.
Το επόμενο βράδυ ο γεροτσιφούτης Εβραίος επέστρεψε για την Νατάσσα.
Η Νατάσσα του είπε ότι κανείς δεν έχει πάει μαζί της δύο βραδιές στη σειρά, και του διευκρίνισε ότι δεν δέχεται εκπτώσεις, η ταρίφα παραμένει 1000 ευρώ.
Ο γέρος της έδωσε τα χρήματα και αποσύρθηκαν στο ιδιαίτερο δωμάτιο… Σε μια ώρα αποχώρησε ήρεμα.
Κανείς δεν πίστεψε τα μάτια του όταν ο γερο-Εβραίος εμφανίστηκε για τρίτη συναπτή βραδιά. Της παρέδωσε πάλι 1000 ευρώ και πήγαν στο δωμάτιο για τα σχετικά.
Στο τέλος της επίσκεψης, ή Νατάσσα έπιασε κουβέντα με τον γέρο:
«Κανείς δεν με έχει επισκεφτεί για τρεις συνεχόμενες βραδιές… αλήθεια, από πού είσαι;»
«Από το Κίεβο» αποκρίθηκε.
«Σοβαρά; Η αδελφή μου η Όλγα μένει στο Κίεβο».
«Το ξέρω» είπε ο Εβραίος, «Μου έδωσε 3000 ευρώ να σου δώσω».