– “Αν ο μπαμπάς μου ήταν ελέφαντας και η μαμά μου ελεφαντίνα, εγώ θα ήμουνα ελεφαντάκι”.
Τον κοιτάζει ο ταξιτζής από τον καθρέφτη και σκέφτεται ότι θα τα έχει χαμένα ο μικρός.
Ο μικρός συνέχισε:
– “Αν ο μπαμπάς μου ήταν λιοντάρι και η μαμά μου λιονταρίνα, εγώ θα ήμουνα λιονταράκι”.
Ξανακοιτάζει ο ταξιτζής από τον καθρέφτη και κάνει τον σταυρό του.
Ο μικρός συνεχίζει με το ίδιο τρόπο να μιλάει για όλα τα ζώα του ζωικού βασιλείου.
Μετά από καμιά ώρα τα παίρνει στο κρανίο ο ταξιτζής, σταματά το ταξί, γυρίζει τσαντισμένος προς τον πιτσιρικά και του λέει:
– “Δεν μου λες ρε τσ*γλανάκι εάν ήταν ο πατέρας σου π*ύστης και η μητέρα σου π*υτ@να εσύ τι θα ήσουν;”
– “Ταξιτζής!”, του λέει ο πιτσιρικάς!
]]>Από καιρό υποψιαζόταν ότι κάτι μπορεί να «παιζόταν» ανάμεσά τους και η ομορφιά του Μάκη ενίσχυσε αυτές τις υποψίες…
Όσο πέρναγε η ώρα και παρατηρούσε τον τρόπο που τα δυο παλικάρια συμπεριφέρονταν μεταξύ τους, όλο και περισσότερο αναρωτιόταν μήπως η σχέση τους έκρυβε κάτι παραπάνω από αυτή δύο τυπικών αρσενικών συγκατοίκων.
Διαβάζοντας τη σκέψη της ο Παυλάρας, της ξεκαθαρίζει αντρίκια:
– Ξέρω τι σκέφτεσαι, αλλά σε διαβεβαιώ ότι ο Μάκης κι εγώ είμαστε απλά συγκάτοικοι.
Καμιά βδομάδα μετά λέει ο Μάκης στον Παύλο :
– Από τότε που ήρθε η μάνα σου για φαγητό, δεν μπορώ να βρω το τηγάνι. Δεν πιστεύω να το πήρε μαζί της;
– Το αποκλείω, αλλά για καλό και για κακό θα της στείλω ένα mail.
ΑΓΑΠΗΤΗ ΜΗΤΕΡΑ,
ΔΕΝ ΙΣΧΥΡΙΖΟΜΑΙ ΟΤΙ «ΠΗΡΕΣ» ΤΟ ΤΗΓΑΝΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΙΣΧΥΡΙΖΟΜΑΙ ΟΤΙ «ΔΕΝ ΠΗΡΕΣ» ΤΟ ΤΗΓΑΝΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ. ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΕΧΟΥΜΕ ΧΑΣΕΙ ΤΟ ΤΗΓΑΝΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΠΟΥ ΗΡΘΕΣ ΓΙΑ ΦΑΓΗΤΟ.
ΜΕ ΑΓΑΠΗ
ΠΑΥΛΟΣ
Μερικές μέρες μετά, ο Παύλος έλαβε ένα mail από τη μαμά του που έγραφε:
ΑΓΑΠΗΤΕ ΓΙΕ ΜΟΥ,
ΔΕΝ ΙΣΧΥΡΙΖΟΜΑΙ ΟΤΙ «ΚΟΙΜΑΣΑΙ» ΜΕ ΤΟΝ ΜΑΚΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΙΣΧΥΡΙΖΟΜΑΙ ΟΤΙ «ΔΕΝ ΚΟΙΜΑΣΑΙ» ΜΕ ΤΟΝ ΜΑΚΗ. ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΑΝ Ο ΜΑΚΗΣ ΚΟΙΜΟΤΑΝ ΣΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ ΤΟΥ, ΘΑ ΤΟ ΕΙΧΑΤΕ ΒΡΕΙ ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ ΤΟ ΤΗΓΑΝΙ.
ΜΕ ΑΓΑΠΗ
Η ΜΑΜΑ
Ήταν μια Σουηδέζα και παρακαλεί τον καπετάνιο να την πάει στη χώρα της.
– Συγνώμη αργούμε πολύ ακόμα για την Σουηδία;
– Ποια Σουηδία κορίτσι μου, το Ρίο- Αντίριο κάνουμε!
Καθόταν ένας αράπης σε ένα bar ρατσιστών Οπότε έρχεται ένας από τους ρατσιστές δίπλα του και το ρωτάει.
– Ρε συ αράπη ξέρεις γιατί η πατούσες σου είναι άσπρες;
– Γιατί; λέει ο αράπης
– Γιατί όταν σε έβαφε ο θεός καθόσουνα όρθιος.
Τσαντισμένος ο αράπης λέει να μη δώσει σημασία του βλάκα.
Ξανάρχεται λοιπόν ο ρατσιστής και του λέει:
– Ρε συ αράπη ξέρεις γιατί η παλάμες σου είναι άσπρες;
– Όχι λέει ο αράπης.
– Γιατί όταν σε έβαφε ο θεός καθόσουν τιμωρία.
Γελούν όλοι στο bar. Ρόμπα ο αράπης. Οπότε πάει ο αράπης εκεί που καθόταν ο ρατσιστής και του λέει:
– Ρε συ άσπρε ξέρεις γιατί ο κ*λος σου είναι μέσα μαύρος;
– Γιατί; λέει ο ρατσιστής.
– Γιατί όταν σε γάμαγα ήμουν φρεσκοβαμμένος, απαντά ο αράπης!
Έρχεται μια μέρα μια γερμανίδα, στο χωριό για διακοπές και τον βλέπει να βολεύει μια κατσίκα και λέει ¨καλά τι κανείς εκεί?
Και αυτός όλο απορία λέει: Γ@μάω την κατσίκα !
Πηγή
]]>Η δασκάλα της Α” δημοτικού έχει πρόβλημα με τον Τοτό που όλο βρίζει και δε δίνει την παραμικρή σημασία στο μάθημα..
“Ποιο είναι το πρόβλημά σου;”, τον ρωτάει εξαγριωμένη.
“Είμαι πολύ… έξυπνος για να είμαι στην πρώτη τάξη”. Απαντά ο Τοτός με ύφος.’Η αδερφή μου είναι στην τρίτη τάξη και είμαι πολύ εξυπνότερος από αυτήν. Πιστεύω πως πρέπει να πάω τουλάχιστον στην τρίτη κι εγώ”.
Η δασκάλα τον πάει στον διευθυντή, ο οποίος συμφωνεί να του κάνουν διάφορα tests γνώσεων κι εξυπνάδας κι αν απαντήσει σωστά, να τον βάλουν στη τρίτη τάξη.
“Πόσο κάνει 3×13;”, ρωτά ο διευθυντής.
“Τριάντα εννέα”.
“Ποια είναι η πρωτεύουσα της Φιλανδίας;”
“Το Ελσίνκι”.
“Πότε γιορτάζουμε το έπος της Αλβανίας;”
“Την 28η Οκτωβρίου”.
Σε όλες τις ερωτήσεις του διευθυντή, ο Τοτός απαντά σωστά. Όμως, μετά αρχίζει να ρωτά η δασκάλα, η οποία τον
έχει άχτι και θέλει να αποδείξει πόσο αθυρόστομος είναι.
“Τι είναι αυτά που η αγελάδα έχει 4 κι εγώ 2;”, ρωτάει πονηρά η δασκάλα.
“Τα πόδια”, απαντά ήρεμα ο Τοτός.
“Τι είναι αυτό που έχεις μέσα στο παντελόνι σου, ενώ εγώ δεν έχω;”
“Τσέπες”.
“Τι είναι μαλλιαρό, οβάλ, γλυκό και μέσα υγρό?”
“Η καρύδα”.
“Τι μπαίνει μέσα σκληρό και ροζ και βγαίνει μαλακό και βρεγμένο;”
Ο διευθυντής ανοίγει διάπλατα τα μάτια του, αλλά πριν προλάβει να μιλήσει ο Τοτός λέει με αυτοπεποίθηση:
“Η τσίχλα”.
“Τι κάνει ο άντρας όρθιος, η γυναίκα καθιστή και το σκυλί στα τρία πόδια του;”, ρωτά ακόμη πιο έντονα η δασκάλα.
“Χειραψία”.
Η δασκάλα τα έχει πάρει στο κρανίο! Αποφασίζει λοιπόν να χτυπήσει πιο δυνατά:
“Χώνεις τα παλούκια μέσα μου. Με πιέζεις, με καρφώνεις κι εγώ ανεβαίνω. Δεν προλαβαίνεις να τελειώσεις κι εγώ βρέχομαι. Τι είμαι;”
Τα μάτια του διευθυντή ανοίγουν τρομαγμένα, αλλά πάλι πριν προλάβει να πει κάτι, ακούει τον Τοτό να απαντά:
“Η σκηνή!”, απαντά με σιγουριά ο Τοτός.
“Βάζεις το δάχτυλο μέσα μου! Με παίζεις νευρικά! Ο σωστός άντρας αυτό κάνει πρώτα. Τι είμαι;”
Ο διευθυντής πλέον άναυδος κοιτάζει σα χαμένος!
“Η βέρα!”, λέει θριαμβευτικά ο Τοτός.
“Είμαι σε διάφορα μεγέθη. Όταν δεν είμαι καλά, στάζω. Όταν με πιάνεις και με αναταράζεις, ανακουφίζομαι…. Τι είμαι;”
“Η μύτη”.
“Είμαι σα σκληρό δοκάρι με σουβλερή άκρη. Καρφώνομαι με δύναμη τρέμοντας.. Τι είμαι;”
“Το βέλος!”.
“Αρχίζω από “μ” και τελειώνω σε “ι”. Όταν με δοκιμάσεις λιγώνεσαι. Τι είμαι?”
“Το μέλι φυσικά!”
Ο διευθυντής φωνάζει:
Φτάνει πια! Ποια τρίτη τάξη; Στείλε το κωλόπαιδο κατευθείαν στο Πανεπιστήμιο! Εγώ από μέσα μου απάντησα λάθος σε όλες τις ερωτήσεις…!!!
]]>Λέει η σύζυγος στον άντρα της:
-Άντρα μου η διπλανή μας αγόρασε έπιπλα, δεν αγοράζουμε και εμείς? Τα έχουμε 30 χρόνια τα έχω βαρεθεί!
Ο άντρας:
-Δεν έχουμε λεφτά με το ζόρι τα βγάζουμε. Υπάρχει και η κρίσις.
Η σύζυγος:
-Καλά έχω ένα βιβλιάριο από τον πατέρα μου θα πάρω από εκεί.
Πηγαίνει και παίρνει τα έπιπλα.
Μετά από μια εβδομάδα του λέει:
-Άντρα μου η διπλανή μας πήρε αυτοκίνητο. Το δικό μας τα έχει φάει τα ψωμιά του!
Ο άντρας:
-Δεν έχουμε λεφτά για πέταμα. Είναι και το Δ.Ν.Τ.
Η σύζυγος:
-Καλά θα πάρω από το βιβλιάριο του πατέρα μου.
Πηγαίνει και αγοράζει το αυτοκίνητο.
Μετά από ένα μήνα του λέει:
-Η διπλανή μας, φτιάχνει τζάκι.Θέλω κι εγώ!
Η ίδια απάντηση από το σύζυγο και η ίδια απάντηση από τη γυναίκα του:
-Θα πάρω από το βιβλίαριο του πατέρα μου.
Το φτιάχνει το τζάκι, το ανάβει κάθεται μπροστά με ανοικτά τα πόδια, δε ζεσταίνεται καλά και πάει πιο κοντά, πάλι δε ζεσταίνεται και πάει ακόμη πιο κοντά.
Και τότε της λέει ο άντρας της:
-Σιγά γυναίκα έτσι που πας θα το κάψεις το βιβλιάριο του πατέρα σου!!!!
]]>– Μεγάλε, γρήγορα στην οδό τάδε, νούμερο τάδε μόλις με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι η γυναίκα μου με απατάει.
Πράγματι, ο ταξιτζής πατάει γκάζι και σε λίγο φθάνουν στο σπίτι του…
Οπότε ο τύπος λέει στον ταξιτζή:
– Ρε μεγάλε, δεν ανεβαίνεις κι εσύ μαζί μου να σ’ έχω για μάρτυρα;
Και ανεβαίνουν και οι δυο στο διαμέρισμα του τύπου. Ο τύπος ανοίγει την πόρτα, πηγαίνει στο υπνοδωμάτιο και πραγματικά κάτω από τα σεντόνια είναι η γυναίκα του με κάποιον άντρα.
Τραβάει τα σεντόνια και φωνάζει:
– Εσύ ποιος είσαι, ρε;
Εραστής:
– Εγώ ποιος είμαι; Εγώ είμαι αυτός που πριν από λίγες μέρες έδωσα στη γυναίκα σου 3.000 ευρώ για να εξοφλήσεις το δάνειο του αυτοκινήτου σου, είμαι αυτός που κάθε μήνα δίνει στην γυναίκα σου 700 ευρώ για το νοίκι, είμαι αυτός που κάθε βδομάδα δίνω λεφτά στην γυναίκα σου για το supermarket και τη λαϊκή, είμαι αυτός που κάθε βδομάδα δίνω λεφτά στην γυναίκα σου για τα φροντιστήρια των παιδιών σου.
Οπότε ο ταξιτζής πλησιάζει τον απατημένο σύζυγο και του λέει ψιθυριστά:
– Ρε φιλαράκο, δεν τον σκεπάζουμε τον άνθρωπο, μη μας κρυώσει;
]]>Πάει ο Τοτός στον πατέρα του και του λέει:
– Μπαμπά, πήρα μηδέν στην αριθμητική.
– Γιατί Τοτέ?
– Η δασκάλα με ρώτησε πόσο κάνει 2×3 και απάντησα “6”
– Μα αυτό είναι σωστό…
– Ναι αλλά αμέσως μετά με ρώτησε “πόσο κάνει 3×2”.
– Καλά, και ποια στον π**τσο είναι η διαφορά???
– Αυτό ακριβώς την ρώτησα κι εγώ.
Ταξίδευε ο Τοτός με τραίνο και απέναντί του καθόταν μια κ@υλια*ρα, που φορούσε ένα μίνι και δεν φορούσε εσώρουχο.
-Κοιτάς το μ*υνί μου;
-Ναι, με συγχωρείς, αλλά …
-Καλά, κοίτα, έχει πολλά ταλέντα, θα σου στείλει ένα φιλάκι!
Πράγματι το μ*υνί του στέλνει ένα φιλάκι!
Ο Μήτσος έκπληκτος θέλει να μάθει τι άλλο μπορεί να κάνει.
-Μπορεί ακόμα να ανοιγοκλείνει σαν μάτι.
Ο τύπος παρακολουθεί έκθαμβος να το κάνει!
-Έλα κάτσε δίπλα μου, του λέει.
Φυσικά ο Μήτσος δέχεται.
Τότε του λέει η ξανθιά:
-Μπορείς να βάλεις δυο δάκτυλα μέσα;
Και απαντά τρελαμένος:
-Μα τι λες; Μπορεί και να σφυρίξει;;;
– Ορίστε, λέει ψιθυριστά
– Δώσε μου τον πατέρα σου, λέει ένας κύριος.
– Δεν μπορώ τώρα, απαντά ξανά ψιθυριστά ο Τοτός. – Γιατί αγόρι μου, λέει ο κύριος.
– Είναι απασχολημένος, ψιθυρίζει ο Τοτός.
– Καλά παιδί μου, δώσε μου την μητέρα σου, λέει ο κύριος.
– Δεν μπορώ είναι και αυτή απασχολημένη, ψιθυρίζει ο Τοτός.
– Δεν πειράζει δώσε μου τον παππού, ξαναλέει ο κύριος.
– Δεν μπορώ ούτε αυτόν, κύριε, είναι απασχολημένος, ψιθυρίζει ο Τοτός.
– Εντάξει δώσε μου τότε την γιαγιά, λέει ενοχλημένος ο κύριος.
– Δεν μπορώ, είναι απασχολημένη κι αυτή, ψιθυρίζει ο Τοτός.
– Καλά παιδί μου όλοι απασχολημένοι είναι; Τι κάνουν επιτέλους; λέει ο κύριος.
– Ψάχνουν να με βρουν κύριε, ψιθυρίζει ο Τοτός.
]]>Ήταν 3 πουτ@νες και τους έπιασε η αστυνομία. Όμως οι αστυνομικοί αποφάσισαν να δώσουν σε αυτές άλλη μια ευκαιρία.
Τους είπαν λοιπόν, πως από την απάντηση που θα δώσουν στην ερώτηση τους, θα εξαρτηθεί και αν τις αφήσουν ελεύθερες ή όχι.
Πάνε λοιπόν στην πρώτη πουτ@να και της λένε:
– Αν σε αφήσουμε τώρα ελεύθερη τι θα πας να κάνεις;
– Θα πάω να γ@*ηθώ με 30 άντρες, λέει αυτή.
– Κάτσε μέσα στην φυλακή της λένε, δεν έχεις μετανιώσει καθόλου γι` αυτό που έκανες.
Πάνε στη δεύτερη τα ίδια και χειρότερα.
– Θα πάω να γ@*ηθώ με 70 άντρες.
Πάνε και στην τρίτη και της κάνουν την ίδια ερώτηση:
– Τι θα κάνεις αν σε αφήσουμε ελεύθερη;
Αυτή φανερά μετανοιωμένη λέει στους αστυνομικούς:
– Εγώ θα ψάξω να βρω έναν καλό άντρα, να τον παντρευτώ να κάνω παιδί μαζί του, το παιδί μου να το κάνω καλό ποδοσφαιριστή ώστε να περνάει όλους τους αντιπάλους να φτάνει μόνος του με το τέρμα και να το χάνει!
– Και γιατί να το χάνει και να μην βάζει ΓΚΟΛ λένε οι αστυνομικοί;
– Για να λένε όλοι: Γ@μώ τη μάνα σου!
Πηγή
]]>-Γιωρίκα! τέρεν τέρεν μπουτέα. Μονό για τεσέν, …άγγιχτα εν.
Ο Γιωρίκας αρχίζει και τρελαίνεται… οπότε και η Παρθένα βγάζει το σουτιέν.
-Γιωρίκα! τέρεν τέρεν στηθέα. Μονό για τεσέν, …άγγιχτα εν.
Ο Γιωρίκας τώρα έχει ανάψει για τα καλά.
Η Παρθένα βγάζει λοιπόν και το κυλοτάκι…
-Γιωρίκα! τέρεν τέρεν φουσίν! Μονό για τεσέν, …άγγιχτα εν.
Ο Γιωρίκας τρελαμένος τρέχει στην τουαλέτα κατεβάζει το παντελόνι του και βάζει προφυλακτικό. Βγαίνει έξω και με καμάρι λέει στην Παρθένα.
-Παρθένα! τέρεν τέρεν ψ*λέα, μόνο για τεσέν , άγγιχτο εν ,… ακόμα με τα νάϋλα εν.
]]>Πάει ένας σε ένα τύπος σε ένα μαγαζί με γυαλιά, και μετά από ψάξιμο βλέπει ένα παλιό ζευγάρι στο βάθος ενός ραφιού.
Τα δοκιμάζει, και αμέσως αρχίζει να βλέπει την πωλήτρια γυμνή…
Τα βγάζει, η πωλήτρια φοράει κανονικά τα ρούχα της.
Τα αγοράζει και ξεκινάει για το σπίτι του.
Σε όλη την διαδρομή όποτε βάζει τα γυαλιά βλέπει τους ανθρώπους γυμνούς και να κάνουν σεξ, μόλις τα βγάζει είναι στις κανονικές τους στάσεις…!
Φτάνει στο σπίτι του, ανοίγει την πόρτα, και βλέπει στον καναπέ την γυναίκα του να το κάνει με τον κουμπάρο. Βγάζει τα γυαλιά, ακόμα τους βλέπει να το κάνουν. Τα ξαναβάζει, πάλι σεξ. Τα βγάζει, σεξ…
– Ω, ρε γαμώτο! λέει. Βάλε-βγάλε, τα χάλασα…!
Κάποτε έψαχνε κάποιος αγρότης έναν νταβραντισμένο κόκορα για το κοτέτσι του, με τις 180 κότες. Αγοράζει έναν που έμοιαζε αρχοντικός.
Μόλις μπαίνει στο κοτέτσι και βλέπει 180 κότες, κάνει «κικιρίκου» και… ψοφάει.
Αγοράζει άλλον, που έδειχνε αγέρωχος, μονομάχος κόκορας, με στιλπνό φτέρωμα. Μόλις μπαίνει στο κοτέτσι, κουτουπώνει 2 κότες, κάνει «κικιρίκου» και ψοφάει.
Απελπισμένος ο τύπος ξαναπηγαίνει στον έμπορο και του λέει:
– Ή μου δίνεις έναν άξιο κόκορα, ή θα σου τα κάνω λαμπόγυαλο!
Του δίνει ο έμπορας έναν κόκορα ξεπουπουλιασμένο και καχεκτικό, ένα πλάσμα στα πρόθυρα να πέσει κάτω.
– Δεν ήθελα να σου τον δώσω, γιατί είναι λίγο περίεργος, αλλά μια και επιμένεις…
Παραξενευμένος ο τύπος τον βάζει στο κοτέτσι. Με το που βλέπει τις κότες ο κόκορας, ξαφνικά γεμίζει αέρα, φουσκώνει, γουρλώνουν τα μάτια του, κάνει ΚΙΚΙΡΙΚΟΥΟΥΟΥΟΥΟΥ και παίρνει αμπάριζα, και τρέχοντας πηδάει τη μια κότα μετά την άλλη, ώσπου κάνει το γύρο και των 180, δυο φορές! Οι κότες είχανε μείνει στα άχυρα με ένα ηλίθιο χαμόγελο ευτυχίας. Ανήσυχος ο αγρότης πάει να τον πιάσει, αλλά ο κόκορας του ξεφεύγει από το κοτέτσι. Κυνηγώντας τον ο αγρότης, βλέπει σπαρμένο το δρόμο με ζωάκια που είχαν ένα ηλίθιο βλέμμα ευτυχίας:
γουρούνια, σκύλους, γάτες, γαϊδούρια, άλογα, πάπιες, χήνες, σκίουρους, αλεπούδες, ακόμα και χελώνες και… σκαντζόχοιρους κι όλα τα ζωάκια του δάσους ανάσκελα!
Ώσπου μετά από λίγο, βλέπει τον κόκορα πεσμένο ανάσκελα, ημιθανή με τη γλώσσα έξω κι από πάνω του να φέρνουνε κύκλο καμιά 10αριά όρνια.
Πανικόβλητος που χάνει τέτοιο απίστευτο ζώο, τρέχει κοντά του και τον παρακαλεί:
– Μη μου ψοφήσεις κι εσύ αρχηγέ!
Οπότε του απαντάει ο κόκορας:
– Φύγε ρε ηλίθιε. Θα μου διώξεις τα όρνια!
Πηγή
]]>Ο Μήτσος και ο Κώστας, χρόνια φίλοι, αποφασίζουν να πάνε στο βουνό για ορειβασία και πέφτουν σε μια χιονοθύελλα τρομερή.
Για καλή τους τύχη πετυχαίνουν εκεί κοντά σε ένα χωριό ένα σπίτι και ζητούν καταφύγιο για να περάσουν την νύχτα.
Τους προκύπτει εκεί πέρα μια ωραία χήρα και τους λέει ότι για λόγους κουτσομπολιού δεν μπορούν να μείνουν στο σπίτι, αλλά στον στάβλο που είναι άδειος και καθαρός.
Φυσικά οι τύποι δέχονται, άλλωστε είχαν και τον κατάλληλο εξοπλισμό: υπνόσακο, κάριματ, θερμικά εσώρουχα, ρούχα κλπ.
Βολεύονται λοιπόν την νύχτα και γυρίζουν μετά στην Αθήνα.
Μετά από εννιά μήνες έρχεται ένας δικηγόρος στον Κώστα σταλμένος από την χήρα του λέει κάτι και παθαίνει ζημιά! Τηλεφωνεί λοιπόν στον Μήτσο να ρωτήσει:
– Έλα ρε Μήτσο, θυμάσαι την ωραία χήρα που μας φιλοξένησε;
– Φυσικά, γιατί ρωτάς;
– Μήπως ρε το βράδυ που κοιμόμουνα πήγες στο σπίτι της και την πήδηξες;
– Μμμμμμ ναι, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ.
– Μάλιστα, μήπως της έδωσες και το δικό μου όνομα για δικό σου;
– Ναι, ρε συγγνώμη, ελπίζω να μην σε πειράζει.
– Οχι, καθόλου γιατί πέθανε και μου άφησε όλη την περιουσία της!
Ήταν μια κοπέλα που είχε αρραβωνιαστεί πρόσφατα και ένα βράδυ θα πήγαινε να κοιμηθεί στο σπίτι του αρραβωνιαστικού της. Τη συμβούλεψε λοιπόν η μάνα της.
– Τώρα που θα πας στον αρραβωνιαστικό σου αυτός σίγουρα θα θελήσει να κοιμηθείτε μαζί. Αυτό, παιδί μου, δεν είναι και τόσο κακό. Αν όμως εκεί που θα σε φιλάει σου πιάσει το στήθος εσύ να του πεις: «Μη εδώ έχει αγκάθια και τσιμπάει.» Αν σε πιάσει πιο κάτω να του πεις: «Εδώ είναι φούρνος και καίει.» Κατάλαβες τι θα κάνεις κόρη μου;
– Κατάλαβα, απάντησε η κόρη.
Το βράδυ λοιπόν πήγε η κοπέλα στο σπίτι του αρραβωνιαστικού της κι όταν εκεί που τη φιλούσε προχώρησε το χέρι του και της έπιασε το στήθος αυτή του είπε:
– Μην με πιάνεις εδώ. Εδώ έχει αγκάθια και θα τσιμπηθείς.
Όταν πήγε να την πιάσει πιο κάτω του είπε πάλι:
– Μην με πιάνεις ούτε εδώ. Εδώ είναι φούρνος και θα καείς.
Τότε της είπε αυτός:
– Ωραία, έχω ένα λουκάνικο να ψήσω.
Την άλλη μέρα πήγε η κοπέλα στην μαμά της κι εκείνη την ρώτησε:
– Τι έγινε κόρη μου; Έκανες ότι σου είπα;
– Ότι μου είπες έκανα μάνα. Αλλα όταν του είπα ότι εδώ είναι φούρνος και καίει μου είπε ότι είχε ένα λουκάνικο να ψήσει.
– Και τι έγινε κόρη μου; ρώτησε ταραγμένη η μάνα.
– Τι να σου πω, ρε μάνα. Έγινε κάτι πολύ παράξενο. Όλη νύχτα έψηνε το λουκάνικο και το πρωί μου το δώσε ωμό να το φάω.
Μια κατσίκα με τα κατσικάκια της αποφασίζει να μετακομίσει στην Αθήνα
Ξεκινάνε λοιπόν αλλά δεν αντιλαμβάνονται τον κακό λύκο που είναι από πίσω τους με σκοπό να βρει ευκαιρία να φάει τα κατσικάκια.
-Αφού βρήκε σπίτι για να μείνουν , ξεκινά ένα πρωί να βρει δουλειά .Βλέποντας ο λύκος δεν χάνει την ευκαιρία και χτυπά την πόρτα στα κατσικάκια .
Ποίος είναι ; ρωτούν αυτά .
Εγώ η μαμά απαντά ο λύκος .
Το σύνθημα , λένε τα κατσικάκια .
Ο λύκος φεύγει νευριασμένος γιατί δεν γνωρίζει το σύνθημα. Γυρίζει όμως γρήγορα και κρυμμένος περιμένει την κατσίκα να ακούσει το σύνθημα.. γυρίζοντας η κατσίκα απαντάει στην ερώτηση για το σύνθημα << τραβάω τα βυζιά μου >>
-Ο λύκος φεύγει όλο χαρά και γυρίζει την άλλη μέρα που έλειπε η κατσίκα. Χτυπά πάλι την πόρτα φωνάζοντας. Εγώ είμαι η μαμά ανοίξτε. Από μέσα δεν ακούγεται απολύτως τίποτα.
Τραβάω τα βυζιά μου φωνάζει αυτός. Πάλι δεν ακούγεται τίποτα. Τραβάω τα βυζιά μου επιμένει ο λύκος.
-Τότε ακούγεται μια φωνή από μέσα: και τα αρχ***α σου να τραβάς μαλ**α βάλαμε ματάκι τώρα και σε βλέπουμε.
]]>Ο Κρητίκαρος σταματάει ένα ταξί στα Σφακιά. Με το που ξεκινάνε, βγάζει ένα πιστόλι και το κολλάει στο σβέρκο του ταξιτζή.
“Μπρος”, του λέει. “Κάμε στην άκρη, επαέ και… τράβα μια μαλατσία”.
Τρελαίνεται ο ταξιτζής, αλλά τι να κάνει; Υπακούει.
“Μπρος”, του λέει πάλι… αμέσως μετά ο Κρητίκαρος. “Τράβα τσι άλλη μία”… Μετά δώσ του ξανά: “Τσι άλλη μία”. Και δώσ του
πάλι: “Τσι άλλη μία”… Ο ταξιτζής, όμως, έχει… ρέψει πια και δεν αντέχει: “Αμα θες σκότωσέ με”, του λέει, “αλλά ήμαρτον. Δεν
αντέχω πια”. “Είσαι σίγουρος, μωρέ, πως δεν μπορείς;”. “Στ ορκίζομαι”, λέει ο ταξιτζής. “Ε, τότενες, πάμε πίσω”, του λέει ο Κρητίκαρος. Πάνε, λοιπόν, ξανά πίσω, οπότε ο Κρητίκαρος μπαίνει στο σπίτι, βγαίνει με την κόρη του έξω και πριν τη βάλει στο ταξί, της λέει: “Εντάξει, Μαρία. Ετούτος εδώ… θα σε πάει στο Λασίθι”!
Ένας, τύφλα στο μεθύσι, πάει σε έναν οίκο @νοχης
– Μια κοπέλα για τον κύριο, λέει η μανταμ στην βοηθο της.
– Μαντάμ, όλες οι κοπέλες είναι με πελάτες…
– Δώστε του μια φουσκωμένη κούκλα… Είναι τόσο μεθυσμένος που δεν θα καταλάβει τίποτα…
Υστερα από μισή ώρα, κατεβαίνει αυτός για να φύγει.
– Πώς ήταν η κοπέλα απόψε; ρωτάει η Μαντάμ.
– Δε θα λεγα τίποτα (χικ!) αλλά εφόσον με ρωτήσατε… πολύ παράξενη κοπέλα, τη δάγκωσα στο βυζί, έκλασε και έφυγε από το παράθυρο…
– Είδα από πού βγήκες, είδα από πού βγήκες!
Ο άνθρωπος το παρακαλάει:
– Σε παρακαλώ αγόρι μου, πήγαινε στο σπίτι σου κι άσε με ήσυχο.
Το πιτσιρίκι τον ακολουθεί μέχρι το σπίτι του και του φωνάζει:
– Ξέρω και που μένεις, Ξέρω και που μένεις!
– Σε παρακαλώ αγόρι μου, λέει ο άνθρωπος και μπαίνει σπίτι του.
Το αγοράκι πηγαίνει σπίτι του ξαναμμένο και η μητέρα του που κατάλαβε ότι κάτι τρέχει, το ρωτά τι αταξία έκανε και είναι έτσι. Το παιδί της περιγράφει τι έγινε και η μητέρα του, του λέει:
– Αγόρι μου, αυτό που έκανες είναι αμαρτία, να πάς να εξομολογηθείς.
Το αγόρι πάει στην εκκλησία και μόλις μπαίνει μέσα, αρχίζει να φωνάζει:
– Ξέρω και που δουλεύεις, ξέρω και που δουλεύεις!!!
Η Γκόλφο και ο Τάσος ως νιόπαντροι το έκαναν παντού, στον αχυρώνα, στην φιμονία, στα πουρνάρια, ώσπου μία μέρα η Γκόλφο λέει στον Τάσο:
– Α…. Τάσομ βερέθηκα τα ίδια και τα ίδια να πας να μάθεις καινούργια κόλπα.
Τι να κάνει και ο Τάσος κατεβαίνει στην Αθήνα και μπαίνει σε ένα μπουρδέλο.
– Καλησπέρα σας θέλω να μάθω καινούργια κόλπα λέει στην τσατσά.
Τσατσά:- Στο βάθος δεξιά.
Μπαίνει ο Τάσος και μαζί με αυτόν μία όμορφη ξανθιά.
Τάσος:- Θέλω να μου μάθεις καινούργια κόλπα.
Εκείνη χωρίς να χάσει χρόνο τον γυρνά ανάποδα και ξεκινάν το 69.
Με το που τελειώνουν βάζει τσαρούχια και ταγάρια και βουρ στο χωρίο.
Με το που φτάνει πιάνει την Γκόλφο, της λέει ότι έμαθε να κάνει 69,την γυρνά ανάποδα και το ξεκινάν …
Εκεί που το έκαναν ζορίστηκε ο Τάσος και αμολά μιά κλανιά. Δεν μιλά η Γκόλφο, μετά από λίγο αμολά και δεύτερη,… πάλι δεν μιλά η Γκόλφο αφού της άρεσε το κόλπο.
Σε λίγο όμως αμολά και μία τρίτη… Αγανακτισμένη η Γκόλφο σηκώνεται και του λέει:
– Α…. Τάσομ ωραίο το 69 αλλά τις υπόλοιπες 66 να πας να τις ρίξεις αλλού!!!
Τι εύχονται οι πόντιοι όταν προσεύχονται;
Να αποκτήσουν μυαλό. …
Τι γράφει ο πάτος του μπουκαλιού αναψυκτικών που πούλιουνται στους Πόντιους;
Ανοίγει από την άλλη πλευρά! …
Πώς πέθανε ο τελευταίος Πόντιος ρολογάς;
Ήρθε η ώρα του…
Πως χάθηκαν οι τελευταίοι δύο πόντιοι;
Έπαιζαν κρυφτό και από τότε αγνοείται η τύχη τους…
Πώς λέμε δυο Πόντιους που παίζουν κρυφτό;
Αγνοούμενους…
]]>
Πηγή
]]>Ετσι, η δασκάλα σκέφτεται λίγο και καταλήγει σε ένα βιαστικό τέστ.
Σηκώνεται από την καρέκλα της και λέει στην τάξη.
– Ποιο παιδάκι θα μου πεί πώς μπορούμε να βάλουμε μία τρύπα μέσα σε μια άλλη τρύπα;
Με το που ακούγεται η λέξη “τρύπα” όλα τα βλέμματα στρέφονται προς τον Τοτό, ο οποίος όμως δίχνει να βρίσκεται σε βαθειά σκέψη. Ενώ όλοι περιμένουν να πει κάτι ο Τοτός, πετάγεται η Ελενίτσα…
– Κυρία, κυρία, κυρία…
– Ναι Ελενίτσα, λέει η δασκάλα απευθύνοντάς της το λόγο.
– Νά.. έτσι, λέει η Ελενίτσα και ενώνοντας τους δείκτες και τους αντίχειρές της, τοποθετεί την
εικονική αυτή τρύπα γύρω από το στόμα της.
– Μπράβο Ελενίτσα, λέει η δασκάλα.. ήταν πολύ ευρηματικό.. ποιο παιδάκι θα μου πεί τώρα πώς να βάλουμε δύο τρύπες σε μια τρύπα;
Το βλέμμα όλων ξαναπέφτει στον Τοτό, ο οποίος όμως μουρμουρίζει επιθετικά, χωρίς να γίνεται κατανοητός..
– Κυρία, κυρία, κυρία… ξαναπετάγεται η Ελενίτσα!
– Ναι Ελενίτσα;
– Να.. έτσι.. και τοποθετεί ξανά την εικονική τρύπα στο πρόσωπό της.. αυτή τη φορά πάνω από τα ρουθούνια της.
– Μπράβο Ελενίτσα.. την επαινεί ξανά η δασκάλα..
Ο Τοτός στο μεταξύ είχε αρχίσει να αφρίζει. Δεν ήταν δυνατόν να του την “έμπαινε” έτσι η Ελενίτσα… Μετά από λίγο ακολουθεί και τρίτη, πιο εξελιγμένη ερώτηση…
– Ποιο παιδάκι θα μου πει, πώς να βάλουμε 3 τρύπες σε μια τρύπα αυτή τη φορά.
Ο Τοτός κοντεύει να σκάσει, γιατί και αυτή τη φορά δεν έχει απάντηση.. Ενώ ξαναπετάγεται η Ελενίτσα…
– Κυρία, κυρία, κυρία…
– Ναι Ελενίτσα…;
– Να έτσι, και αυτή τη φορά βάζει την εικονική τρύπα πάνω από το στόμα της και τα ρουθούνια της…
– Συγχαρητήρια Ελενίτσα, λέει η δασκάλα, είσαι πολύ έξυπνη…
Εξαλος πλέον ο Τοτός πετάγεται και λέει στην δασκάλα…
– Εγώ κυρία, μπορώ να βάλω 9 τρύπες σε μία τρύπα…
– Πώς θα το κάνεις αυτό Τοτέ;.. εκφράζει την απορία της η δασκάλα..
– Θα βάλω μια φλογέρα στον κώλο της Ελενίτσας!
– Δεν την φτάνω κύριε πρόεδρε, απαντά ο νάνος. Πως να γίνει;;
Η Σουηδέζα αγγλικά δεν ξέρει και το μόνο που λέει και ξαναλέει είναι η λέξη “κουβάς”.
Αμέσως λέει ο πρόεδρος να φέρουν έναν κουβά και να ανεβάσουν επάνω τον νάνο. Πάλι δεν έφτανε τα καπούλια της Σουηδέζας άρα αθώος λόγω αμφιβολιών ο νάνος. Τον πιάνει μετά ο πρόεδρος μόνο του και του λεει :
– Έλα πες μου τώρα. Την π h δ η ξ ε ς την Σουηδέζα;;
– Την ξέσκισα , λέει ο νάνος.
– Πως;; , ρωτάει ο πρόεδρος. Και ο κουβάς;;
– Της είχα περάσει τον κουβά στο κεφάλι και κρατιόμουν από το χερούλι…
Ήταν μία φορά η δασκάλα στην τάξη και ρωτάει:
Παιδιά, ποιος θα μου πει πως μπορούμε να βάλουμε 1 τρύπα σε μία άλλη τρύπα;
Ο Τοτός: – Κυρία, κυρία, να πω!
Η δασκάλα όμως επειδή ήξερε ότι ο Τοτός πάλι θα πετάξει πατάτα δεν τον σήκωσε.
– Πες μας Ελενίτσα, είπε
– Να.. έτσι, λέει η Ελενίτσα και ενώνοντας τους δείκτες και τους αντίχειρές της, τοποθετεί την εικονική αυτή τρύπα γύρω από το στόμα της.
– Μπράβο Ελενίτσα, λέει η δασκάλα.. ήταν πολύ ευρηματικό.. ποιο παιδάκι θα μου πει τώρα πώς να βάλουμε δύο τρύπες σε μια τρύπα;
Ο Τοτός:
– Κυρία, κυρία, να πω, να πω!
– Κυρία, κυρία… ξαναπετάγεται και η Ελενίτσα!
– Ναι Ελενίτσα;
– Να.. έτσι.. και τοποθετεί ξανά την εικονική τρύπα στο πρόσωπό της.. αυτή τη φορά πάνω από τα ρουθούνια της.
– Μπράβο Ελενίτσα.. λέει η δασκάλα. Ποιο παιδάκι θα μου πει, πώς να βάλουμε 3 τρύπες σε μια τρύπα αυτή τη φορά;
Ο Τοτός κοντεύει να σκάσει, γιατί η δασκάλα δεν του δίνει το λόγο.
– Ναι Ελενίτσα…;
– Να έτσι, και αυτή τη φορά βάζει την εικονική τρύπα πάνω από το στόμα της και τα ρουθούνια της…
– Συγχαρητήρια Ελενίτσα, λέει η δασκάλα, είσαι πολύ έξυπνη…
Έξαλλος πλέον ο Τοτός πετάγεται και λέει στην δασκάλα…
– Εγώ κυρία, ξέρω πώς μπορούμε να βάλουμε 9 τρύπες σε μία τρύπα.
– Μα, 9 τρύπες, Τοτέ; Πώς γίνεται αυτό;
– Θα βάλουμε μία φλογέρα στον κ#λο της Ελενίτσας!!!
Ήταν που λέτε δυο πόντιοι στο αεροπλάνο, ο Κωστίκας και ο Γιωργίκας.
Ξαφνικά ακούγεται η αεροσυνοδός στο ακουστικό να ανακοινώνει:
– Χάλασε η πρώτη από τις 3 μηχανές, αλλά μην φοβάστε, θα φτάσουμε έγκαιρα.
Ο Κωστίκας αρχίζει να φοβάται…
Μετά από λίγο η αεροσυνοδός βγάζει και άλλη ανακοίνωση:
– Χάλασε και η δεύτερη από τις 3 μηχανές, αλλά μην φοβάστε, θα φτάσουμε έγκαιρα.
Ο Κωστίκας τώρα έχει χ3στεί πάνω του…
Ξανά η αεροσυνοδός και λέει:
– Χάλασε και η τρίτη από τις 3 μηχανές, και το αεροπλάνο θα πέσει.
Ο Κωστίκας πανικοβάλεται και αρχίζει να κλαίει.
Τότε γυρνάει ο Γιωργίκας και του λέει:
– Καλά, και γιατί κάνεις έτσι; Δικό σου είναι;
]]>Τι εύχονται οι πόντιοι όταν προσεύχονται;
Να αποκτήσουν μυαλό. …
Τι γράφει ο πάτος του μπουκαλιού αναψυκτικών που πούλιουνται στους Πόντιους;
Ανοίγει από την άλλη πλευρά! …
Πώς πέθανε ο τελευταίος Πόντιος ρολογάς;
Ήρθε η ώρα του…
Πως χάθηκαν οι τελευταίοι δύο πόντιοι;
Έπαιζαν κρυφτό και από τότε αγνοείται η τύχη τους…
Πώς λέμε δυο Πόντιους που παίζουν κρυφτό;
Αγνοούμενους…
Τρεις ξανθιές είναι μέσα σε ένα ασανσέρ το οποίο ξαφνικά μένει στη μέση δύο ορόφων.
Πανικός… Φωνάζουν όλες για βοήθεια!
– Βοήθεια! λέει η μία.
– Βοήθεια! φωνάζει η άλλη.
– Βοήθεια! εκλιπαρεί η τρίτη.
Δε γίνει όμως τίποτα…
Λέει η μία:
– Κορίτσια, έτσι δε βγαίνει άκρη. Για να μας ακούσουν πρέπει να φωνάξουμε όλες μαζί ταυτόχρονα!
Και φωνάζουν όλες μαζί: ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑΑΑΑΑΑΑ!
]]>
Χτυπάει λοιπόν σε μια πόρτα, ανοίγει ένας κύριος γύρω στα 50 του, ντυμένος στα άσπρα, μπαίνει μέσα και του εξηγεί λεπτομερώς το πρόβλημά της.
– Να δω τι μπορώ να κάνω κυρία μου… Γδυθείτε παρακαλώ και ξαπλώστε εκεί.
Πάει λοιπόν αυτός, προσπαθεί να την ικανοποιήσει για 5-10′ και μετά τη ρωτάει:
– Καταλάβατε τίποτα;
– Οχι!
– Μια στιγμή να φωνάξω ένα συνάδελφο λίγο πιο νέο. Μανώλη, έλα μια στιγμή…
Έρχεται ο Μανώλης, ψηλός γεροδεμένος, στα 35 του, δοκιμάζει και αυτός με πάθος για 15′ και μετά:
– Καταλάβατε τίποτα τώρα, κυρία μου;
– Ε, ανεπαίσθητα, ναααα… ίσα ίσα…
– Μμμμμμ… Μια στιγμή περιμέντε, να φωνάξουμε έναν άλλο συνάδελφο. ΝΩΩΩΝΤΑΑΑΑ!!!
Έρχεται ο Νώντας, ψηλός, χτισμένος άντρακλας στα 25 του, με μια πούτσα μέχρι απέναντι, δοκιμάζει και αυτός με πάθος για 1/2 ώρα, με σφρίγος, ρυθμό, τη ζορίζει κόντρα στους τοίχους, αγκομαχάει, γενικά δίνει τα ρέστα του το παλικάρι και μετά τη ρωτάνε:
– Καταλάβατε μήπως τίποτα τώρα κυρία μου;
– Ε να κάτι ένιωσα αλλά τίποτα το σπουδαίο!!!
Μες στην αμηχανία όλων τότε παρεμβαίνει ο γηραιότερος και της λέει:
– Ακούστε να δείτε κύρια μου, το πρόβλημα σας είναι πάρα πολύ σοβαρό. Να πάτε να σας δει ένας γιατρός, εμείς μπογιατζήδες είμαστε!!!
Ο γιατρός του είπε ότι αυτό είναι εύκολο να αντιμετωπιστεί και του γράφει μια συνταγή να παίρνει ένα χάπι κάθε τέσσερις ημέρες.
Αυτός όμως κάνει λάθος και παίρνει τέσσερα χάπια την ημέρα.
Μετά από 3-4 ημέρες έχει γίνει πύραυλος και αφού εξάντλησε τα στενά οικογενειακά πλαίσια επιτέθηκε σεξουαλικά σε όλους τους χωριανούς.
Εντρομοι οι χωριανοί κατέφυγαν στο δάσος για να κρυφτούν και να γλυτώσουν. Αφού ο χωρικός δεν είχε άλλη λύση ξαναπάει στο γιατρό και αφού του λέει το νέο του πρόβλημα ο γιατρός του συστήνει να βάλει το πέος του στη μπαταρία του τρακτέρ ώστε να το χτυπήσει το ρεύμα και να επανέλθει σε φυσιολογική κατάσταση.
Πάει ο χωρικός σπίτι του και ενώ εφαρμόζει την θεραπεία με τη βοήθεια της γυναίκας του, οι άλλοι χωρικοί στέλνουν έναν πιτσιρικά να δει τι γίνεται και αν είναι ασφαλείς να γυρίσουν στο σπίτι τους.
Ο μικρός κοιτάει από το παράθυρο και βλέπει τον χωρικό με το πέος του στα καλώδια της μπαταρίας οπότε τρέχει έντρομος προς το δάσος φωνάζοντας :
ΚΡΥΦΤΕΙΤΕ ΧΩΡΙΑΝΟΙΙΙΙΙΙ…. ΤΗ ΦΟΡΤΙΖΕΙ ΚΑΙ ΕΡΧΕΤΑΙ…!!!
]]>Το μπουζί παίρνει μόνο μία πίπα. …
Τι διαφορά έχει μια ξανθιά από ένα κουνούπι;
Όταν χτυπάς το κουνούπι σταματά να ρουφάει! …
Τι είναι ξανθό και κατσαρό και κρέμεται από το ταβάνι;
Μια ξανθιά που αποφάσισε να γίνει ηλεκτρολόγος! …
Πώς κάνεις μια ξανθιά να γελάσει Δευτέρα πρωί;
Της λες ένα ανέκδοτο από Παρασκευή βράδυ. …
Πως πείθεις μια ξανθιά να σε παντρευτεί;
Της λες πως σε άφησε έγκυο! …
Γιατί οι ξανθιές φοράνε πράσινο κραγιόν;
Γιατί το κόκκινο σημαίνει stop. …
Γιατί τα ανέκδοτα για τις ξανθιές είναι τόσο σύντομα;
Για να μπορούν να τα θυμούνται και οι ίδιες! …
Ένας Γερμανός, ένας Άγγλος και ένας Πόντιος βάζουν στοίχημα για το ποιος θα γ@*σει την γυναίκα του και θα την κάνει να ουρλιάζει από την ηδονή.
Κάνουν ότι κάνουν και συναντιούνται για να πουν τα κατορθώματά τους
Λέει ο Γερμανός
– Εγώ πήγα εχθές στο σπίτι και αφού φάγαμε και ήπιαμε άφθονο κρασί την έβαλα κάτω και την γάμαγα ένα μισάωρο και μετά αυτή ούρλιαζε επί 20 λεπτά.
– Τι να μας πεις και εσύ, λέει ο Ιταλός. Εγώ την πήγα σε ένα εστιατόριο φάγαμε και αφού πήγαμε σπίτι την άλειψα με μέλι και αφού την έγλυφα για 45 λεπτά και την γάμησα ούρλιαζε για 3 ολόκληρες ώρες.
– Τι λέτε ρε; λέει και ο Πόντιος. Εγώ την έβαλα κάτω τη γ@μησα μόνο 10 λεπτά έχυσα επάνω στις κουρτίνες και ακόμα ουρλιάζει!
Πάει ο πατέρας του Τοτού στο σχολείο να πάρει τους βαθμούς του γιου του.
Πάει στη δασκάλα μαθηματικών:
– Πως πάει ο γιος μου;
– Χάλια! Του έβαλα 3! Δεν ξέρει πόσο κάνει ένα κι ένα!
Πάει στη δασκάλα γεωγραφίας:
– Πως πάει ο Τοτός;
– Χάλια! Του έβαλα 2! Δεν ξέρει ποια είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας!
Στεναχωρημένος ο πατέρας πάει σπίτι να δει τηλεόραση να του φύγει η λύπη. Γυρνάει σπίτι ο Τοτός:
– Δε μου λες, ρε, πόσο κάνει ένα κι ένα;
– Τρία.
– Και ποια είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας;
– Η Πάτρα!
– Καλά ρε, αφού τα ξέρεις γιατί δεν τα λες;